Άρθρο Εφημερίδα Νέα Σελίδα
Ο εκλογικός νόμος είναι το βασικό εργαλείο για μια λειτουργική, ποιοτική και αποτελεσματική Δημοκρατία. Η συνταγματοποίηση του οποιουδήποτε εκλογικού συστήματος, αναλογικού ή ενισχυμένου, που επιδιώχθηκε από κάποιες πολιτικές δυνάμεις κατά την πρόσφατη αναθεώρηση του Συντάγματος, δημιουργεί δυσκαμψία και δυσκολεύει τον κοινό νομοθέτη να παρακολουθεί τις εξελίξεις. Ορθώς και εντίμως λοιπόν ο Πρωθυπουργός αρνήθηκε να χρησιμοποιήσει την αναθεωρητική διαδικασία με στόχο την άμεση κατάργηση της απλής αναλογικής.
Η θεμελιώδης και παραδοσιακή σύγκρουση στη συζήτηση για τον εκλογικό νόμο είναι πάντα μεταξύ της αρχής της σταθερότητας που διασφαλίζει την κυβερνησιμότητα και της αρχής της αναλογικής εκπροσώπησης που διασφαλίζει την πολυφωνία των πολιτικών δυνάμεων και την αντιπροσωπευτικότητα. Και οι δυο σχολές σκέψης έχουν σοβαρά επιχειρήματα.
Οι οπαδοί της ενισχυμένης αναλογικής υποστηρίζουν τις ισχυρές κυβερνήσεις, το σταθερό κυβερνητικό κύκλο και τα καθαρά κυβερνητικά προγράμματα που νομιμοποιούνται ευθέως από το λαό και εφαρμόζονται αυτούσια από τις κυβερνήσεις, χωρίς να νοθεύονται από διακομματικές συνεργασίες που οδηγούν σε προγραμματικούς συμβιβασμούς.
Αντίθετα οι θιασώτες της απλής αναλογικής υποστηρίζουν τις κυβερνητικές συνεργασίες, τις μετεκλογικές προγραμματικές συγκλίσεις, την αναλογική εκπροσώπηση των πολιτικών δυνάμεων, δηλαδή την αντιστοίχιση αριθμού βουλευτών και αριθμού ψήφων και φυσικά την πολυφωνική εκπροσώπηση που μπορεί να φαίνεται πιο δημοκρατική κατά την άποψη της αριστεράς, ωστόσο δημιουργεί συχνά κυβερνητική αστάθεια ή και στρέβλωση στην πράξη των εγκεκριμένων από τους πολίτες κυβερνητικών προγραμμάτων, φαινόμενα που ιστορικά πλήρωσε ακριβά η Ελλάδα.
Σαφώς υπάρχουν διεθνώς ποικίλα εκλογικά συστήματα όπως το τριφασικό, το γερμανικό με τις διπλές λίστες, το βρετανικό με τις μονοεδρικές περιφέρειες και άλλα.
Η Ελλάδα τα τελευταία χρόνια λόγω της ιστορικής πολιτικής της εμπειρίας και της συνταγματικής της παράδοσης επέλεξε ένα μικτό σύστημα που συνδυάζει την μέγιστη αναλογική εκπροσώπηση με παράλληλη όμως κατοχύρωση της δυνατότητας σχηματισμού σταθερής κυβέρνησης, εφόσον το πρώτο κόμμα επιτύχει ένα σημαντικό προβάδισμα.
Πιστεύω ότι αυτός ο συνδυασμός ανταποκρίνεται στις ανάγκες της ελληνικής πολιτικής και κοινωνικής πραγματικότητας, αρκεί να γίνουν περισσότερες διορθωτικές κινήσεις όσον αφορά: α) στην πληθυσμιακή ισοδυνάμωση των εκλογικών περιφερειών, όπως ακριβώς συνέβη πχ με το σπάσιμο της Β ´Αθηνών, β) στη διατήρηση του πλαφόν 3% για την είσοδο ενός κόμματος στη Βουλή κάτι που αποτρέπει την πολυδιάσπαση του πολιτικού συστήματος και την εργαλειοποίηση της μουσουλμανικής μειονότητας από ξένα κέντρα και γ) στην εδραίωση τη λειτουργίας κανόνων εσωκομματικής δημοκρατίας που θα βελτιώσει την ποιότητα της «δημοκρατίας των κομμάτων».
Τέλος είναι σημαντικό ότι οι επόμενες εκλογές θα γίνουν με εντονότερη τη συμμετοχή του οικουμενικού Ελληνισμού μετά την Συνταγματική Αναθεώρηση και την ομόθυμη σχεδόν ψήφιση του σχετικού νομοσχεδίου της Νέας Δημοκρατίας για την ψήφο των ομογενών , το οποίο μεγαλώνει την Ελλάδα και καθιστά εκ νέου το Κοινοβούλιο εκφραστή όχι μόνο του Λαού αλλά και του Έθνους.
Ευτυχώς φαίνεται πως ωρίμασε πλέον η άποψη, ότι η επιλογή του εκλογικού συστήματος δεν είναι εργαλείο της εκάστοτε εξουσίας, αλλά καταλύτης για την ποιότητα και την αποτελεσματικότητα της δημοκρατίας μας.