Η αναγκαιότητα ενός εθνικού σχεδιασμού
Είναι αδιανόητο, επτά χρόνια μετά τη μεγαλύτερη οικονομική κρίση που έζησε η Ελλάδα από το 2ο Παγκόσμιο Πόλεμο μέχρι σήμερα, να μη διαθέτει ολοκληρωμένο Εθνικό Σχέδιο με εναλλακτικά σενάρια, όχι μόνο για την επίσπευση της εξόδου από το τέλμα, αλλά και για τη μετά μνημόνιο εποχή.
Όλες οι κυβερνήσεις επικαλούνται την ανάγκη αλλαγών και μεταρρυθμίσεων, χωρίς όμως να προσδιορίζουν με ακρίβεια τι εννοούν στον κάθε τομέα. Χωρίς να θέτουν χρονοδιαγράμματα υλοποίησης. Χωρίς να κοστολογούν μέτρα και να υπολογίζουν ανταπόδοση για την οικονομία και την κοινωνία. Χωρίς να ανακοινώνουν στόχους και μεθόδους ή πολιτικές επίτευξής τους. Χωρίς να επεξεργάζονται έγκαιρα σενάρια διαπραγμάτευσης ή εναλλακτικές στρατηγικές για την οικονομία ή την εξωτερική πολιτική αν κάτι δεν πάει καλά.
Όσες φορές οι αντισυμβαλλόμενοι δανειστές ή εταίροι έσπευσαν να ζητήσουν τη δική μας πρόταση, μας βρήκαν ανέτοιμους ή μουγγούς. Αντίθετα, όταν αυτοί μας πρότειναν - φυσικά φιλτράροντας μέσα από τα δικά τους συμφέροντα - ήταν εξαρχής δεδομένη η αμήχανη ή αρνητική αντίδρασή μας που μείωνε συστηματικά τη διεθνή μας αξιοπιστία και τη διαπραγματευτική μας ικανότητα.
Η ελληνική πολιτική ηγεσία από το 2010 φάνηκε αδύναμη και δειλή. Υποτασσόμενη στα προσωπικά πολιτικά πάθη και τις μικροκομματικές σκοπιμότητες, δεν κατάφερε να συνεννοηθεί. Δεν τόλμησε να αναθέσει σε ειδικούς τεχνοκράτες την εκπόνηση ενός σχεδίου που θα μπορούσε να αποτελέσει βάση συζήτησης και ίσως συνεννόησης, σε κάποια σημεία, μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων.
Ο καθένας προσπάθησε μόνος του, αποσπασματικά, πρόχειρα, συχνά με παλινωδίες και πισωγυρίσματα, φοβισμένα και εντέλει αναποτελεσματικά.
Το πολιτικό σύστημα έδωσε δικαιώματα, αυτοπαραιτούμενο από τον καθοδηγητικό ρόλο που του ανέθεσε ο λαός. Με συνέπεια συχνά να ακούγεται ως λύση η αντικατάσταση των πολιτικών από τους ορθολογιστές τεχνοκράτες, που είναι βέβαιον όσο σωστοί και αν είναι, ότι θα έχουν το λαό απέναντί τους γιατί ο ρόλος τους δεν είναι να κυβερνούν.
Ο ρόλος της τεχνοκρατίας είναι να συμβουλεύει, παρέχοντας γνώσεις και πληροφόρηση. Της αγοράς είναι να παράγει φρέσκο πλούτο και θέσεις εργασίας και της πολιτικής είναι να κυβερνά, αξιοποιώντας τη συμβολή των δύο προηγούμενων και πείθοντας το λαό ότι παλεύει για τα συμφέροντα των πολιτών και της πατρίδας.
Η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης στη σχέση πολιτικών και πολιτών, της ισορροπίας και του αλληλοελέγχου στη σχέση πολιτικής - αγοράς και τεχνοκρατίας, η επιστροφή της ποιότητας και της δημιουργικότητας στο κοινοβούλιο και στα κόμματα μπορούν ίσως να επαναφέρουν τις προϋποθέτεις για ανάκαμψη και ανασυγκρότηση.
Σε λίγο θα έρθουμε ενώπιον νέων διλημμάτων, όχι μόνο στην οικονομία, αλλά και στην εθνική μας πολιτική. Μόνο ένα Eθνικό Αναπτυξιακό Σχέδιο και ένα περιβάλλον Εθνικής Συνεννόησης μπορεί να μας βοηθήσουν να μη χάσουμε ακόμα μια μεγάλη ευκαιρία για το λαό αλλά και για την πατρίδα μας.
Η ΝΔ πιστεύει στην ενότητα των εθνικών δυνάμεων, στην αποτελεσματικότητα της γόνιμης πολιτικής αντιπαράθεσης, στην ισχύ της θετικής προγραμματικής πρότασης και στην αποκατάσταση της ποιότητας, της συνεννόησης και του πολιτισμού στην πολιτική. Γι αυτό παραμένει κυρίαρχη πολιτική δύναμη, με τον Κυριάκο Μητσοτάκη έτοιμο να αρθεί στο ύψος της ιστορικής στιγμής και να κυβερνήσει αποτελεσματικά, όταν σύντομα θα του το αναθέσει ο ελληνικός λαός.
______________________________________________________________________
*Άρθρο του Δρ. Ευριπίδη Στ. Στυλιανίδη, επισκέπτη καθηγητή Νομικής Ευρωπαϊκού Πανεπιστημίου Κύπρου, πρ. Υπουργού και τ. βουλευτή Ροδόπης